Είναι γνωστό σε όλους, ότι στην Βόρεια Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Μακεδονία, υπάρχει υψηλή παράδοση στα Μουσικά δρώμενα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τεράστια ονόματα του πενταγράμμου, σε όλα τα είδη μουσικής, γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και δημιούργησαν στις γειτονιές του Βορρά… Κι ίσωςδεν είναι καθόλου άδικο να πούμε ότι η Μουσική πρωτεύουσα βρίσκεται εδώ πάνω…
Στις μέρες μας, το μόνο σίγουρο είναι πως κάθε μας ελπίδα για το μέλλον ακουμπάει στον πολιτισμό.Και όποια αλλαγή μπορεί κανείς να προσμένει, μόνον από αυτόν τον δρόμο θα την περιμένει…
Το Hellas Week, βρέθηκε στην Κοζάνη, στην πόλη του Βορρά με την ισχυρή πολιτιστική αύρα και μίλησε μ’ έναν νέο, ιδιαίτερα ενδιαφέροντα Καλλιτέχνη, έναν από εκείνους που κρατούν ζωντανή την κυψέλη της δημιουργίας.
Ο Δημήτρης Γαύρος είναι μαζί μας…:
- Πώς ξεκινήσατε την ενασχόλησή σας με τη μουσική;
Η μουσική είναι μια παλιά μου αγάπη. Από μικρός έπαιζα πλήκτρα και αργότερα κιθάρα. Αρχικά έπαιζα γνωστά αγαπημένα κομμάτια της ελληνικής και ξένης δισκογραφίας. Γύρω στα 20 άρχισα να φτιάχνω σιγά σιγά δικές μου μουσικές. Στην αρχή με λίγο χιούμορ, πάνω στην παρέα, αργότερα πιο συνειδητά, άρχισα να δίνω πιο συγκεκριμένη μορφή στις μουσικές μου, φτιάχνοντας δικά μου τραγούδια.
- Τι είναι αυτό που σας ελκύει στη μουσική και στο τραγούδι, και ποιο από τα δύο σας εκφράζει περισσότερο;
Απελευθερώνομαι μέσα απ’ τη μουσική. Δημιουργώ. Και κάθε μορφή δημιουργίας είναι ελευθερία. Γιατί σου ανοίγει μια πόρτα για να εκφράσεις τις σκέψεις, τις ανησυχίες σου, τους προβληματισμούς, τις χαρές ή τις λύπες σου. Η μουσική σού δίνει το προτέρημα να μπορείς να εξωτερικεύσεις πράγματα που νιώθεις, κι αυτή είναι μια ευκαιρία μοναδική. Είναι μια διαδικασία εκτόνωσης και προβληματισμού. Αντιλαμβάνεσαι αλλιώς τα πράγματα, τους δίνεις μια άλλη διάσταση, τα σκέφτεσαι με έναν άλλο τρόπο, κι είναι μεγάλη τύχη να μπορείς να το έχεις αυτό. Το τραγούδι, πάλι, είναι ένας πολύ άμεσος τρόπος για να «πεις» αυτό που θέλεις. Είναι η ίδια η μελωδία της μουσικής δοσμένη μέσα απ’ τους στίχους. Είναι επικοινωνία με το κοινό, είναι έκφραση, είναι θεατρικότητα, είναι συναίσθημα, είναι πολλά… Αν με ρωτάτε, όμως, τι από τα δύο βαραίνει για μένα πιο πολύ, η μουσική ή το τραγούδι, θα πω η μουσική. Αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου πρώτα ως τραγουδοποιό και μετά ως τραγουδιστή.
- Πόσα χρόνια ασχολείστε επαγγελματικά με τη μουσική;
Από το 2006 περίπου. Μέχρι που το 2009 κυκλοφόρησε επίσημα το άλμπουμ «Σε δύο εαυτούς».
- Πείτε μου λίγα λόγια γι’ αυτή τη δισκογραφική δουλειά…
Το άλμπουμ «Σε δυο εαυτούς» κυκλοφόρησε από το συγκρότημα «Αλκή», του οποίου ήμουν μέλος μαζί με τη Δήμητρα Καραγιάννη, με την οποία στήσαμε για χρόνια μια πορεία στη μουσική, και εξακολουθούμε να κάνουμε πράγματα μαζί, όχι όμως στο πλαίσιο του γκρουπ. Ο δίσκος ήταν μία παραγωγή του Φίλιππου Πλιάτσικα, που κυκλοφόρησε από την MINOS EMI και το Μέλυδρο. Περιλάμβανε τραγούδια σε ροκ- έντεχνο ύφος, με μία αρκετά ηλεκτρονική ενορχήστρωση. Το διάστημα εκείνο είχαμε συμμετάσχει σε Live εμφανίσεις μαζί με τον Φίλιππο Πλιάτσικα. Αργότερα κάναμε αρκετές συνεργασίες με γνωστούς καλλιτέχνες, όπως οι Όναρ, η Βίκυ Κουλιανού, και άλλοι. Τα τελευταία χρόνια έχω κάνει πολλές προσωπικές εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές, πολλά νέα τραγούδια, καινούριες συνεργασίες, μία συμμετοχή σε συναυλία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ενώ έρχεται σύντομα μια ολοκαίνουρια δισκογραφική δουλειά.
- Πώς θα ονομάζεται το νέο σας άλμπουμ και ποιοι συμμετέχουν σε αυτό;
Ο τίτλος του θα είναι «Κολάζ». Όχι, τυχαία… Θα έλεγα πως είναι ένα αληθινό κολάζ ήχων, φωνών, μελωδιών και στίχων, που διαμορφώνουν ένα σύνθετο και ενδιαφέρον καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Η μουσική των τραγουδιών είναι δική μου. Οι στίχοι είναι της Ντέπης Χατζηκαμπάνη (στην οποία ανήκουν και οι στίχοι του γνωστού τραγουδιού «Αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα»), εκτός από δύο κομμάτια στα οποία τους στίχους έχει κάνει η Δήμητρα Καραγιάννη. Στο Cd τραγουδάω ο ίδιος 5 τραγούδια, ενώ τα υπόλοιπα τραγουδάνε ο Πασχάλης Τσαρούχας, ο Δημήτρης Καρράς, ο Μάκης Σεβίλογλου, ο Λευτέρης Πλιάτσικας από τους Όναρ, ο Ηλίας Μακρίδης, η Δήμητρα Καραγιάννη, ο Λευτέρης Μαρόγλου. Επίσης, έχω τη χαρά και την ξεχωριστή τιμή να «φιλοξενώ» στον δίσκο ένα ακυκλοφόρητο τραγούδι του Μάνου Ξυδούς από τους Πυξ Λαξ, το οποίο έγινε ντουέτο και το τραγουδάω μαζί του. Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος για όλες τις εξαιρετικές συμμετοχές αυτού του άλμπουμ. Θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο από την Spicy music, με προώθηση από το Music corner.
- Έχετε έντονες καλλιτεχνικές ανησυχίες; Ψάχνετε για καινούρια πράγματα;
Ναι, ψάχνω στο διαδίκτυο να δω ποια μουσική ή ποιο γκρουπ μου αρέσει, και το κάνω με εμμονή. Κι έχω ‘κερδίσει’ έτσι και σπουδαία μουσική από το εξωτερικό. Άλλο είναι να παίρνεις μόνο τη μουσική που πλασάρουν τα media κι άλλο να ψαχτείς μόνος σου για να δεις τι σου αρέσει. Το διαδίκτυο κάνει καλό σ’ αυτό, αρκεί να ξέρεις πώς να το χρησιμοποιήσεις. Σε άλλα επίπεδα, βέβαια, κάνει κακό…
- Όπως, σε ποια επίπεδα;
Εξαιτίας του διαδικτύου έχει υποτιμηθεί τελείως η μουσική. Κυκλοφορεί δωρεάν, γι΄ αυτό και δεν εκτιμάται. Επίσης, δεν ακούμε με ποιότητα τη μουσική. Την ακούμε με πολύ κακή ποιότητα ήχου, και «εθιζόμαστε» σ’ αυτό, χωρίς να έχουμε απαιτήσεις. Αυτό ρίχνει το επίπεδο, και του ακροατή, και της ίδιας της μουσικής.
- Από τι εμπνέεστε;
Από τη ζωή μου… Είμαι παρατηρητής του ίδιου εαυτού μου, μα και των άλλων.
- Ζείτε στην περιφέρεια, απ’ όσο γνωρίζω. Πόσο βοηθάει αυτό την καλλιτεχνική δημιουργία;
Πριν κάποια χρόνια ζούσα στην Αθήνα. Σήμερα ζω στην Κοζάνη, που είναι ο τόπος καταγωγής μου, αλλά και μία πόλη με πλούσια πολιτιστική δημιουργία. Για χρόνια υπήρχε η άποψη ότι μόνο στο κέντρο μπορεί κανείς να δημιουργήσει ή να εξελιχθεί καλλιτεχνικά. Και όχι άδικα, γιατί η Ελλάδα υπήρξε μια έντονα αθηνοκεντρική χώρα. Τελευταία όμως –και λόγω των γενικότερων δυσμενών συνθηκών που βιώνει η χώρα- έχει εκ των πραγμάτων αλλάξει αυτό. Γι’ αυτό και είναι πολλοί πλέον οι καλλιτέχνες που ζουν σε πόλεις της περιφέρειας. Πιστεύω πως είναι πλέον ίδιες οι πιθανότητες, ίδιες οι προοπτικές και, ίσως, περισσότερα τα οφέλη της επαρχίας σε πολλά επίπεδα. Πιθανόν να είναι κάπως λιγότερες οι «ευκαιρίες», αλλά κι αυτό μάλλον σχετικό είναι, αφού όλα εξαρτώνται κατά βάση από τις επιλογές που κάνει κανείς και τον τρόπο με τον οποίο ζει και κινείται καλλιτεχνικά, κι όχι τόσο με τον τόπο στον οποίο βρίσκεται. Από άποψη, μάλιστα, δημιουργίας, θα έλεγα πως ένας μικρός τόπος σε εμπνέει περισσότερο, για να είσαι πιο δημιουργικός. Σου δίνει και το χρόνο και το χώρο, ώστε να γίνει αυτό…
- Ποια η άποψή σας για τη μουσική δημιουργία στην εποχή της κρίσης;
Είναι αναμφίβολα πολύ δύσκολα τα πράγματα, για κάθε είδος τέχνης, όχι μόνο για τη μουσική. Τα πράγματα σε καιρούς κρίσης είναι δύσκολα για κάθε τι που θεωρείται «πολυτέλεια» και όχι ανάγκη. Και η μουσική είναι ένα από αυτά. Δεν είναι εύκολο να ζει κανείς από τη μουσική, οι περισσότεροι καλλιτέχνες δεν αμείβονται καλά, λες και η τέχνη , επειδή είναι πνευματική διαδικασία, και όχι απτή, δεν πρέπει να αμείβεται… Από την άλλη όμως, η παραγωγή της μουσικής, η δισκογραφία δηλαδή, εξακολουθεί να είναι μια πολύ «ακριβή» υπόθεση, ειδικά τώρα που οι δισκογραφικές έχουν διαλυθεί. Η αυτοπαραγωγή είναι ο μόνος τρόπος να γίνει ένας δίσκος, κι αυτό φυσικά θέτει πολλά όρια, ποιοτικά κυρίως, αλλά και ως προς τη στοιχειώδη δυνατότητα κυκλοφορίας μίας δισκογραφικής δουλειάς από έναν σύγχρονο καλλιτέχνη. Θα έλεγα πως γίνεται συχνά σχεδόν απαγορευτικό το να κάνει κάποιος τέχνη σε καιρούς κρίσης. Επίσης, στην Ελλάδα το λεγόμενο «σύστημα» που υπήρχε για χρόνια στους χώρους της μουσικής δεν έχει ξεπεραστεί ως νοοτροπία. Εξακολουθεί να υπάρχει, μόνο που υπάρχει φυτοζωώντας και λειτουργώντας ακόμα πιο καταστροφικά σε βάρος των καλλιτεχνών και της μουσικής. Γιατί κάποτε «έπαιρνε», αλλά είχε και κάτι να δώσει. Τώρα πια, μόνο «παίρνει» προσπαθώντας να επιβιώσει και να αρπάξει ό, τι προλαβαίνει πριν διαλυθεί τελείως.
- Επομένως, πια είναι η λύση για τη μουσική; Υπάρχει λύση;
Αργά ή γρήγορα έρχεται η λύση. Μόνο που υπάρχουν εποχές ακμής και εποχές παρακμής. Τώρα ζούμε την εποχή της παρακμής, μέσα στην οποία ακμάζουν λίγα πολύ συγκεκριμένα πρόσωπα και πράγματα. Είναι όπως συμβαίνει στις παρηκμασμένες χώρες, όπου κυριαρχεί η απόλυτη φτώχεια, και υπάρχουν και δυο τρεις που ζούνε μέσα στα πλούτη. Όλοι οι υπόλοιποι στενάζουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική. Όχι όμως ως προς το δημιουργικό της κομμάτι, αλλά ως προς το καθαρά δισκογραφικό. Δηλαδή υπάρχουν πολύ καλά τραγούδια, υπάρχουν εξαιρετικοί δημιουργοί και μουσικοί. Αλλά είναι πολύ σαθρά τα θεμέλια πάνω στα οποία αναπτύσσονται όλα αυτά, και έτσι έχουν ελάχιστα περιθώρια να αναδειχθούν. Κάποια στιγμή, βέβαια, θα αλλάξουν τα πράγματα. Αναγκαστικά θα εφευρεθούν τρόποι για να επιβιώσει η μουσική και να απεγκλωβιστεί από τα κατάλοιπα του παρελθόντος. Αλλά αυτό απαιτεί να γίνει και μία στροφή στη νοοτροπία, επομένως απαιτεί χρόνο…
- Τι οραματίζεστε για το μέλλον;
Αν μου κάνατε αυτή την ερώτηση πριν πέντε χρόνια, θα έλεγα πως ονειρεύομαι να κάνω τραγούδια που να αγαπηθούν από πολύ κόσμο, να δω τη δουλειά μου να βρίσκει ανταπόκριση. Τώρα θα πω ότι αυτό που θέλω είναι να διαμορφώσω ένα δικό μου ιδιαίτερο ύφος, να κάνω μουσικές που θα με γεμίζουν ικανοποίηση ως προς την ποιότητα και το αποτέλεσμά τους. Όχι αδιαφορώντας για την απήχηση αυτού που κάνω –αυτή είναι μία αυτονόητη ανάγκη των ανθρώπων που δημιουργούν τέχνη- χωρίς όμως αυτό να είναι για μένα αυτοσκοπός. Είμαι αρκετά απελευθερωμένος από την αγωνία της επιτυχίας και του μετά. Νομίζω, άλλωστε, πως μόνο έτσι κάνεις καλά τραγούδια. Όταν ελευθερώνεσαι ααπό τέτοιες αγκυλώσεις.
- Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο ρόλος της τέχνης –και συγκεκριμένα της μουσικής - στη σύγχρονη δύσκολη συγκυρία που βιώνουμε;
Ο κόσμος σήμερα δεν έχει που αλλού να στηριχτεί παρά μόνο στον πολιτισμό. Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, η ποιότητα των προϊόντων τέχνης ήταν τόσο χαμηλή, λες και ήταν μέρος ενός σχεδίου για να υποβιβάσουν το επίπεδο του κόσμου, να τον αποβλακώσουν για να έχουν πολίτες υποχείρια. Έδιναν τόσο άσχημη πολιτιστική τροφή στον κόσμο, για να γίνει το μυαλό μαλθακό και να μη σκέφτεται. Η μουσική όμως έχει τη δύναμη, με την αμεσότητα της επαφής, με τον στίχο και με την ποιότητα του ήχου, να αφυπνίσει συνειδήσεις, να θέσει ερωτήματα και κυρίως να ευαισθητοποιήσει τον άνθρωπο και να του δώσει μια καλύτερη παιδεία. Νιώθω ότι είναι ένα καθήκον της τέχνης –και συγκεκριμένα της μουσικής- να συμβάλλει σ’ αυτό, ειδικά σε δύσκολους καιρούς. Θα πρέπει όμως να προσπαθούμε να σώζουμε τη λάμψη της τέχνης σε όλες τις εποχές.
Για να έχουμε πιθανότητες να πάμε κάποτε σε ένα επίπεδο υψηλότερο.